Η ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ

Η ιστορία της αμπελοκαλλιέργειας στη Σαντορίνη έχει τις ρίζες της στους προϊστορικούς χρόνους, αφήνοντας ανεξίτηλα τα ίχνη της στο πέρασμά της. Σύμφωνα με τον Διευθυντή της ανασκαφής του Ακρωτηρίου, Καθηγητή Χρίστο Ντούμα, τα ευρήματα που έχουν έρθει στο φως αποδεικνύουν ότι η άμπελος και η οινοποίηση ήταν αναπόσπαστο μέρος της ζωής των προϊστορικών κατοίκων. Κάρβουνα από ξύλα αμπέλου, γίγαρτα διάσπαρτα ανάμεσα στα ερείπια του αρχαίου οικισμού και διακοσμητικά μοτίβα με τσαμπιά σταφυλιών στα αγγεία, φανερώνουν τον ιδιαίτερο ρόλο της αμπέλου στην καθημερινότητα και την τελετουργία της εποχής. Ειδικά πιθάρια με κρουνό και ψευδόστομοι αμφορείς υποδηλώνουν την ύπαρξη οργανωμένων διαδικασιών οινοποίησης και πιθανώς εμπορικής δραστηριότητας.

Παρά τη μεγάλη ηφαιστειακή έκρηξη του 17ου αιώνα π.Χ., που άλλαξε δραματικά το τοπίο του νησιού, η αμπελοκαλλιέργεια επέζησε και εξελίχθηκε. Από τον 8ο αιώνα π.Χ. έως τους Ρωμαϊκούς χρόνους, επιγραφές καταγράφουν εκτάσεις αμπελώνων έκτασης περίπου 180-300 στρεμμάτων. Κατά τη Βυζαντινή περίοδο, ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α’ ο Κομνηνός παραχώρησε στον ναό της Επισκοπής εκτάσεις που περιλάμβαναν αγρούς και αμπελώνες, συνεχίζοντας τη μακρά παράδοση της αμπελουργίας.

Την περίοδο της Ενετοκρατία 1207-1566, η Σαντορίνη διακρίθηκε για τα κρασιά της, με ξένους περιηγητές να περιγράφουν το νησί κατάφυτο από αμπέλια. Το Vinsanto το διάσημο λιαστό κρασί της Σαντορίνης, κατέκτησε διεθνή φήμη για την ποιότητά του. Το 1717, ο βοτανολόγος Joseph Pitton de Tournefort δημοσίευσε την πρώτη περιγραφή των χαρακτηριστικών του σαντορινιού κρασιού. «Αυτό το κρασί έχει το χρώμα του κρασιού του Ρήνου, αλλά είναι δυνατό και γεμάτο πνεύματα.» Παρακάτω το χαρακτηρίζει λικέρ και παραπέμπει στους λιαστούς οίνους της ελληνικής αρχαιότητας.

Ακόμη και κατά την Τουρκοκρατία, η αμπελοκαλλιέργεια άνθισε. Σύμφωνα με φορολογικό κατάστιχο του 1741, στη Σαντορίνη καλλιεργούνταν 5.937 στρέμματα αμπελώνων. Το κρασί του νησιού αποτέλεσε σημαντικό εξαγωγικό προϊόν, ενισχύοντας την τοπική οικονομία και τη ναυτιλία. Στην Επανάσταση του 1821, οι Σαντορινιοί συνέβαλαν στον Αγώνα προσφέροντας μέρος της παραγωγής τους, ενώ το 1835 η ίδρυση του Θηραϊκού Εμπορικού Επιμελητηρίου ανέδειξε τη σημασία της οινοπαραγωγής για την κοινωνία και την οικονομία του νησιού.

Σήμερα, ο Σαντορινιός αμπελώνας, με ιστορία 3.500 ετών, αποτελεί ένα μοναδικό terroir που οφείλει την ιδιαιτερότητά του στο ηφαιστειογενές έδαφος, το ξηροθερμικό κλίμα και τις γηγενείς ποικιλίες όπως το Ασύρτικο, το Αηδάνι και το Μαυροτράγανο. Το πορώδες έδαφος απορροφά υγρασία από την ατμόσφαιρα, ενώ οι ελάχιστες βροχοπτώσεις και οι δυνατοί άνεμοι συνθέτουν ένα περιβάλλον ιδανικό για την καλλιέργεια σταφυλιών υψηλής ποιότητας. Η παραδοσιακή «κουλούρα», το χαρακτηριστικό κλάδεμα που σχηματίζει φυτικά καλάθια, προστατεύει τα σταφύλια από τον άνεμο, την άμμο και τον καυτό ήλιο. Ο αμπελώνας είναι αυτόρριζος, αφού η ηφαιστειακή του σύσταση τον προστάτευσε από τη φυλλοξήρα, διατηρώντας τις αρχαίες ποικιλίες ζωντανές.

Με τη ζώνη ΠΟΠ Σαντορίνη, που περιλαμβάνει τον λευκό ξηρό οίνο και το φημισμένο Vinsanto, και την ένταξη της «Αμπελοοινικής Κληρονομιάς» στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας, η Σαντορίνη παραμένει σημείο αναφοράς της παγκόσμιας οινοποιίας. Εδώ, η φύση και η ανθρώπινη αφοσίωση συναντώνται, δημιουργώντας κρασιά που αποτυπώνουν την ιστορία και τον χαρακτήρα του νησιού.